Με το κλαρίνο ακούγονταν
οι βαθιές ανάσες
αλλά και η κυκλική
έτσι κάθε νότα που έπαιζε
για τις ψυχές ήταν
μία ανάσα μέσα στην ανάσα τους
και το καταλάβαιναν
γιατί ζούσαν τους νυχτερινούς διαλόγους
που ξεπερνούσαν
τις λευκές νύχτες.
Έτσι έπλαθαν την εικόνα του Παραδείσου
που ήταν πια ζωντανός
γιατί ήταν η πίστη.
Και τα χείλη φιλούσαν τα χείλη του λόγου
ακόμα και μέσω της μουσικής.
Αυτό ένιωθαν ειδικά με τα πνευστά
γιατί ήταν η επαφή
του στομίου με το στόμα.
Με τη μουσική του
είχαν καταλάβει
ότι το στόμα του
ήταν και στόμιο
της Ανθρωπότητας.
Με το ντουντούκ ήταν πιο κατανοητό
για έναν πολιτισμό
το ίδιο με τη φλογέρα
ή τη φυσαρμόνικα.
Αλλά το κλαρίνο
επειδή ήταν της ορχήστρας
είχε μία παγκοσμιότητα
γιατί το ρεπερτόριό του ήταν τεράστιο.
Έτσι οι ψυχές άγγιζαν
τα χείλη τους
όταν έπαιζε γιατί ήξεραν
για τον δεσμό των χειλιών.