82458 - Καταγραφή Podcast #119: Το συναίσθημα ως εργαλείο νόησης
Ν. Λυγερός
Αυτό το podcast αφορά το συναίσθημα ως έννοια σε σχέση με τη νοημοσύνη. Είναι πολλοί που προσπαθούν να πουν ότι το συναίσθημα και η νοημοσύνη είναι δύο οντότητες που έχουν μία μορφή αντιπαλότητας. Και στην πραγματικότητα μπορούμε να δούμε ότι άμα ενσωματώσουμε το συναίσθημα, ετυμολογικά στην έννοια της σκέψης, να καταλάβουμε ότι το αίσθημα μπορεί να είναι ο απλός τρόπος που μας επιτρέπει να σκεφτούμε τον άλλον λόγω του “συν”. Γιατί άμα έχουμε ένα αίσθημα μπορεί να εκπέμπεται αυτό το αίσθημα απλώς από το εγώ, δεν υπάρχει ο άλλος. Το να υπάρχει το συναίσθημα έχει σχέση με τον άλλον. Το ερώτημα τώρα είναι, για να είμαι πιο κατανοητός, άμα πάρουμε ας πούμε την ανθρωπιά και την συνανθρωπιά, τον άνθρωπο και τον συνάνθρωπο. Είναι δύσκολο να είσαι συνάνθρωπος μόνος σου. Όμως όταν θα πεις ότι, ακόμα και όταν είσαι μόνος, εγώ είμαι συνάνθρωπος, υπονοείς ότι υπάρχει κάποιος άνθρωπος. Άρα λέω ότι άμα κάνουμε αυτήν την μεταφορά δομής το συναίσθημα είναι μια πρώτη προσέγγιση του άλλου. Άρα στην πραγματικότητα δεν είναι απλώς το ανάλογο από το αίσθημα, δεν είναι απλώς το ανάλογο από το αμφίδρομο ακόμα, αλλά είναι ότι προκαλεί τον άλλον να υπάρχει μία ανάδραση. Άρα μπορεί, όμως, αυτό το συναίσθημα, για να μην νομίζουμε ότι είναι απόλυτα συμμετρικό, αρχικά να λειτουργεί σαν ένα πλαίσιο για την εμπάθεια, με την ετυμολογική έννοια, που έχω την ικανότητα να μπω μέσα στον άλλον και να καταλάβω πώς αισθάνεται. Που βέβαια δεν έχει σχέση με την συμπάθεια. Άρα μπορώ να συμπάσχω, που είναι άλλο πλαίσιο, δεν θα ασχοληθώ με αυτό, και λέω ότι για να υπάρχει η εμπάθεια, άρα να μπεις μέσα, πρέπει να μπεις μέσα στον άλλον. Για να μπεις μέσα στον άλλον πρέπει να βγεις. Για βγεις και να μπεις θέλει να πει ότι το εγώ σου ασχολείται με τον άλλον πριν ο άλλος ασχοληθεί με το εγώ σου, για να υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση.
Άρα λέω το εξής, για να είμαστε λίγο πιο πρακτικοί, ας πούμε, όταν κάνουμε μια χειραψία, θα μπορούσε κάποιος να ρωτήσει: μπορεί να γίνει χειραψία με ένα χέρι; Θα ήταν παράξενο, θυμίζει κοάν. Ρωτάω όμως: μπορεί να γίνει χειραψία με δύο χέρια χωρίς να υπάρχει πρωτοβουλία; Όλο και κάποιος ή κάποια κάνει την πρώτη κίνηση και ο άλλος καταλαβαίνει ότι είναι ο κώδικας για την χειραψία. Η πρώτη κίνηση που γίνεται, που πηγαίνει προς την χειραψία, είναι ουσιαστικά το ανάλογο που λέω με το συναίσθημα, προκαλεί στον άλλον να κάνει το ανάλογο και το κάνει επειδή το βλέπει. Ρωτάω τώρα: η πρώτη κίνηση είναι συμμετρική με την δεύτερη; Για μένα υπάρχει πρόταση και αποδοχή. Άρα άμα αναλύσουμε το συναίσθημα με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να λέμε ότι πρέπει να υπάρχει αποδοχή για να λέμε ότι είναι ολοκληρωμένο, αλλά δεν υπάρχει αποδοχή απαραίτητα όταν υπάρχει η πρόταση. Όμως η πρόταση προκαλεί την αποδοχή ή ακόμα και την απόρριψη. Γιατί μπορεί και το συναίσθημα να είναι αρνητικό, όχι απαραίτητα θετικό. Μπορεί να είναι αγάπη, μπορεί να είναι και μίσος, όχι όμως αδιαφορία. Αν μερικοί και μερικές και μερικά θεωρούν ότι το συναίσθημα είναι απλώς μια αδυναμία, στην πραγματικότητα είναι ένα εργαλείο της νόησης για να αντιληφθεί τον άλλον. Άρα με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να πούμε ότι η νόηση και το συναίσθημα, γιατί για εμάς δεν υπάρχει νόηση χωρίς συναίσθημα και δεν υπάρχει συναίσθημα χωρίς νόηση, άρα είναι σαν ένα κράμα, το ένα ζει με το άλλο αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μένει στο ίδιο επίπεδο. Αποτελεί ένα υπόβαθρο. Άμα το δούμε με αυτόν τον τρόπο το συναίσθημα είναι ένα εργαλείο, αν θέλετε, δυναμικό ενώ το αίσθημα είναι ένα εργαλείο παθητικό. Το αίσθημα είναι όπως είναι ο αισθητήρας. Δεν λέμε ο συναισθητήρας. Ο αισθητήρας λοιπόν είναι το εγώ που έχει τις αισθήσεις του και μπορεί να αντιλαμβάνεται πώς λειτουργεί κάτι, αλλά δεν εκπέμπει κάτι για να το δει. Στην πραγματικότητα το παίρνει. Ας πούμε όταν βλέπουμε, παίρνουμε τα φωτόνια.
Υπήρχε μια παράξενη υπόθεση στα δικαστήρια, όταν τότε νομίζαμε ότι το μάτι εκπέμπει. Και είχε μια υπόθεση που ήταν σκληρή, για μια διαμάχη, και κάποιος είχε χτυπήσει τον άλλον και έλεγε μεσ’ τη νύχτα δεν μπορούσε να τον δει και έλεγε ο άλλος “μα το μάτι εκπέμπει”. Αναγκάστηκαν, λοιπόν, να το κοιτάξουν πιο επιστημονικά λόγω του δικαστηρίου και να δείξουν βέβαια ότι το μάτι δεν εκπέμπει. Είναι εντελώς διαφορετικό όταν βλέπουμε με φακό. Άρα, λέω το εξής, άμα βλέπω χωρίς τίποτα, χωρίς να φωτίζω, στην πραγματικότητα είναι το ανάλογο από το αίσθημα, άμα φωτίζω για να βλέπω, αυτή η πράξη της φώτισης προκαλεί κάτι στον άλλον. Άμα το κοιτάξουμε ακόμα και κβαντικά θυμίζει αυτά που λέει ο Heisenberg: όταν θέλουμε να δούμε ένα σωματίδιο άμα του πετάμε συνεχώς πάνω φωτόνια και βέβαια έχουμε ένα πρόβλημα για να καταλάβουμε πού είναι, γιατί αλλιώς πώς θα το δούμε εφόσον δεν το εκπέμπει.
Άρα συνοπτικά λέω ότι το συναίσθημα, αντί να το δούμε σαν μια αδυναμία, μπορούμε να το εκλάβουμε σαν ένα εργαλείο νοητικό, που επιτρέπει από την μια κορυφή του γράφου στην άλλη κορυφή, να δημιουργήσει την σχέση, δηλαδή την ακμή. Κι όταν το δούμε με αυτόν τον τρόπο, γιατί μπορεί να αποτελεί και ένα παράδοξο άμα το κοιτάζουμε απλοϊκά. Ας πούμε όταν λέμε μια γέφυρα σε ποια όχθη ανήκει, θα ήταν ένα πρόβλημα. Υπάρχουν γέφυρες που έχουν φτιαχτεί από μία όχθη μόνο, το περίφημο Pont d’Avignon που δεν έφτασε ποτέ στην άλλη όχθη. Οι κλασσικές όμως με ένα τόξο, στην πραγματικότητα, φτιάχνονται πάνω σε μία πλαστή γέφυρα, συνήθως ξύλινη, τοποθετούνται τα αντικείμενα από τις δύο πλευρές, άρα ουσιαστικά η γέφυρα αρχίζει από τις δύο πλευρές και τελειώνει με το κλειδί. Μετά βγάζουμε το ξύλο και παραμένει αυτό που ονομάζουμε γέφυρα. Άμα ξέρουμε όλη τη διαδικασία, μπορούμε να καταλάβουμε ότι τελικά η γέφυρα ανήκει στις δύο όχθες κι όχι σε μια. Το ερώτημα είναι πού βρίσκεται ο πρωτομάστορας και πού βρίσκονται τα τσιράκια την ώρα που φτιάχνουν την γέφυρα. Άμα το βλέπουμε ,ας πούμε, στις ανασκαφές, έχει μεγάλη σημασία π.χ. όταν κοιτάζουμε ένα ωδείο ή ένα θέατρο, να ξέρουμε πού ήταν το εργοτάξιο. Τότε καταλαβαίνουμε πώς το έβλεπαν.
Προσπαθώ να πω ότι στο συναίσθημα αυτό που έχει σημασία δεν είναι μόνο τι υπάρχει ως τελικό αποτέλεσμα αλλά πριν το τελικό αποτέλεσμα υπάρχει μία διαδικασία δυναμική, η οποία θα είναι του τύπου δράση – αντίδραση αν δεν υπάρχει ανάδραση. Όταν υπάρχει η δράση και η αντίδραση, στο τέλος μπορούμε να το ονομάσουμε συναίσθημα. Το ερώτημα λοιπόν είναι αν το συναίσθημα είναι μόνο το αποτέλεσμα ή η διαδικασία. Ή, για να είμαι πιο ξεκάθαρος, υπάρχει μια διαφορά μεταξύ της επίλυσης και της λύσης. Αν κάποιος κατηγορεί την επίλυση ότι δεν είναι λύση ή την λύση ότι δεν είναι επίλυση είναι φυσιολογικό γιατί είναι δύο αντικείμενα διαφορετικά. Άρα εδώ το συναίσθημα, υπάρχει μια δυσκολία, είναι ότι έχουμε την τάση να χρησιμοποιούμε την ίδια έννοια για την διαδικασία και το αποτέλεσμα. Και γι’ αυτό μπορεί να φαίνεται μια δομική αδυναμία ενώ εμείς υποστηρίζουμε ότι είναι ένα εργαλείο νοητικό που βοηθάει την αντίληψή μας για να καταλάβουμε τελικά ότι δεν είμαστε μόνοι.