86062 - Καταγραφή: 7ο e-Masterclass Θεατρικότητας και Ηθοποιότητας I

Ν. Λυγερός

Σήμερα το Masterclass αφορά το θέατρο, αλλά μπορούμε να καταλάβουμε ότι όταν βλέπουμε την επικαιρότητα, μάλλον το θέατρο έχει επεκταθεί τόσο πολύ που το βλέπουμε και αλλού. Δεν είχαμε υπολογίσει βέβαια ότι θα είχαμε τέτοιο ανταγωνισμό από τους δημοσιογράφους, τους πολιτικούς, τους αναλυτές, που θα μπορούσαν να παίζουν σε θεατρικές παραστάσεις, αλλά έλα που δεν το κάνουν. Φαντάζομαι ότι χρειάζονται μία πιο μεγάλη σκηνή για να εκδηλωθούν, αλλά τελικά δεν το καταφέρνουν. Μιλάμε και για το θέμα του θεάματος της κοινωνίας. Όταν κοιτάζουμε την κοινωνία πρέπει να καταλαβαίνουμε ότι οι άνθρωποι που ανήκουν στην Ανθρωπότητα, κοιτάζουν την κοινωνία και λένε τώρα κατάλαβα, είναι θεατρική παράσταση, απλώς δεν με είχαν προειδοποιήσει. Άρα έχουμε ένα ολόκληρο θέατρο, σε περίπτωση που κάποιοι δεν κατάλαβαν για ποιο θέατρο μιλάμε, εμείς έχουμε ένα θέατρο που να είναι ολοκληρωτικό, έχουμε κι ένα θέατρο που να είναι κομματικό γιατί έχει και αποσπάσματα, έχουμε ένα θέατρο που είναι κοινωνικό και το ερώτημα είναι αν υπάρχει θέατρο ανθρώπινο. Το θέατρο το ανθρώπινο μπορεί να σας ξαφνιάζει, αλλά υπάρχει, απλώς είναι σπάνιο. Το ανθρώπινο θέατρο δεν είναι αυτό που επιλέγει ένα μυθιστόρημα και κάνει θεατροποίηση. Μπορεί να γίνει αυτό, αλλά είναι ακόμα πιο σπάνιο. Το ξέρετε ότι το έχει κάνει ο Camus με τον Dostoevsky και ήδη είναι μια δυσκολία, αλλά τελικά κατάφερε αυτή την υπέρβαση και τελικά το κείμενο του Camus είναι και αυτό στο θέατρο. Έχει ενδιαφέρον επίσης, για να καταλάβετε τι λέω για το θέατρο, άμα είχατε τη χαρά να απολαύσετε τον Camus σε συνέντευξη. Υπάρχει στο διαδίκτυο, Albert Camus, βραβείο Nobel λογοτεχνίας. Έχει ενδιαφέρον, γιατί να ξέρετε ότι δεν υπάρχει ούτε μία συνέντευξη του Camus που δεν ξέρει απέξω τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που θα του κάνουν. Και είναι όλες με πρόβα. Αυτό είναι πάρα πολύ εντυπωσιακό, γιατί όταν ακούτε τη συνέντευξη του Camus λέτε, «Παναγία μου τόσο ολοκληρωμένη φράση, πηγαίνει ακριβώς σ’ αυτό που λέει ο δημοσιογράφος, σουλουπωμένη», ενώ μιλάει αυθόρμητα. Καμία σχέση. Ο Camus δεν μιλούσε ποτέ αυθόρμητα με τους δημοσιογράφους, πάντοτε μάθαινε τον ρόλο που θα παίξει την ώρα που θα κάνει τη συνέντευξη. Έχει ενδιαφέρον άμα το σκεφτείτε, γιατί ο Camus είναι απόλυτα ειλικρινής όταν γράφει θέατρο και είναι απόλυτα θεατρίνος όταν δίνει συνέντευξη. Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί δεν το ξέρουν. Αλλά το μόνο πράγμα που καταλαβαίνουν είναι ότι επειδή έχει βραβείο Nobel λογοτεχνίας απαντάει πολύ όμορφα. Στην πραγματικότητα είναι όλο σκηνοθετημένο και συμφωνεί και ο δημοσιογράφος. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι ο δημοσιογράφος να παίρνει συνέντευξη για θεατρικό του Camus. Εκεί να δείτε πόσο είναι όλο στημένο. Εμένα μ’ αρέσει αυτό γιατί την ώρα που το βλέπει ένα κοινό που δεν ξέρει τον Camus, γιατί στην πραγματικότητα ο Camus ήταν πολύ ντροπαλός και φοβόταν ότι θα κάνει κάποιο λάθος σημαντικό την ώρα της συνέντευξης, άρα προτιμούσε να κάνει αυτή τη μέθοδο. Άρα την ώρα που οι άλλοι το κοιτάζουν, εγώ κοιτάζω το βλέμμα του, πώς κοιτάζει, πού θυμάται, γιατί πρέπει να κάνει αναπαράσταση του λόγου. Πρέπει μετά να υπάρχει και ντουέτο. Στην πραγματικότητα είναι όλες οι τεχνικές που έχουμε στο θέατρο. Σας δίνω ένα παράδειγμα. Στο θέατρο μερικές φορές βλέπετε ότι αυτός που παίζει μαζί σας, δεν ξέρει καλά το ρόλο του, τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση και έχετε λίγο αυτό το εμμονικό βλέμμα του τύπου θα το καταφέρει ή δεν θα το καταφέρει και πώς το πιάνουμε μετά. Αυτά τα πράγματα να ξέρετε, είναι όπως και στη μουσική, δεν υπάρχει θεατρική παράσταση που να μην έχει λάθη. Είναι πολύ ενδιαφέρον όταν το κοινό λέει σ’ έναν ηθοποιό, άψογα! Ενώ αυτός ξέρει πόσα λάθη έχει κάνει και θα τα κάνει στο debriefing με τον σκηνοθέτη. Στην πραγματικότητα έχει σχέση με αυτό που λέει ο Rubinstein. Όταν έκανε μερικά λάθη την ώρα που έπαιζε ο Rubinstein, αυτός τα έκανε με έμφαση και τα έκανε τόσο όμορφα που ο άλλος μέσα στο κοινό έλεγε, αποκλείεται να έχω ακούσει αυτό το πράγμα. Γιατί βέβαια η κίνηση του Rubinstein, είχε πολύ χιούμορ ο Rubinstein, δεν μπορούσε να προδώσει καθόλου ότι εκείνη τη στιγμή έχει κάνει λάθος. Και όπως καταλαβαίνετε, σε μια παρτιτούρα που είναι τεράστια και στο πιάνο, το να κάνετε ένα δάχτυλο λάθος είναι ανθρώπινο. Αλλά στην πραγματικότητα είναι το ίδιο και στο θέατρο. Γιατί πολύ απλά το σαρδάμ είναι πολύ κοινό. Προσπαθείστε εσείς να μιλήσετε. Άμα θέλετε να το κάνουμε και μέσα στο masterclass πιο μετά. Προσπαθείστε να μιλήσετε με κάποιον συντονισμένα και να μην τον διακόψετε, να μην σας διακόψει, να μην μιλήσετε ταυτόχρονα μαζί. Θα δείτε ότι δεν υπάρχει αυτή η συζήτηση. Τώρα, στο πιο μοντέρνο θέατρο, κάνουμε και λίγο τέτοια για να φαίνεται πιο ζωντανό. Αλλά άμα το κάνετε εντελώς ζωντανό, είναι σαν να είσαι στην κουζίνα και μιλάς με τη γυναίκα σου την ώρα του φαγητού, δηλαδή μην το παρακάνουμε κιόλας γιατί άμα είναι να κάνουμε αυτό το πράγμα, βάζεις μια κάμερα, το στήνεις και λες ότι αυτό είναι θέατρο. Το θέατρο της ημέρας. Ενώ εμείς προτιμούσαμε το θέατρο της Δευτέρας, το λέω για τους γνώστες. Αυτό που έχει σημασία λοιπόν είναι ότι το θέατρο δεν θέλει να κάνει αναπαραγωγή της ζωής. Το θέατρο θέλει να δείξει και άλλες ζωές. Όταν κάνουμε τη ζωή μας, προσπαθούμε να τη σχεδιάσουμε, να την προγραμματίσουμε, τελικά μας βγαίνει πολύ ο αυτοσχεδιασμός. Στο θέατρο ακόμα και ο αυτοσχεδιασμός είναι σκηνοθετημένος. Όλα είναι σκηνοθετημένα και ουσιαστικά το θέατρο είναι ψεύτικο από την αρχή ως το τέλος, δηλαδή δεν είναι κάτι που προσπαθεί να πει την αλήθεια. Αλλά το παράδοξο είναι ότι λέει περισσότερες αλήθειες από την κοινωνία που υποτίθεται ότι λέει την αλήθεια. Άμα θέλετε λοιπόν να δείτε την αλήθεια μέσα στην κοινωνία, είναι πολύ απλό. Κοιτάζετε τι κάνουν τα παιδιά. Τα παιδιά, σ’ ένα κοινωνικό πλαίσιο, μπορεί να είναι θανατηφόρα. Γιατί πετάνε κάτι ατάκες, τα πολύ μικρά παιδιά, όχι τα μεγάλα παιδιά, υπάρχουν βέβαια και μεγάλα παιδιά που πετάνε ατάκες θανατηφόρες, ακόμα κι αν είναι μεγάλα. Αλλά ας πούμε ότι μιλάμε μόνο για τα μικρά. Βλέπουμε π.χ. μια γυναίκα που είναι χτενισμένη λίγο όπως νάναι, και τι θα πουν; Για μαντέψτε. Θα πουν βέβαια, σαν όλους τους άλλους και ειδικά τους άντρες, «τι όμορφη που είστε σήμερα». Όχι, θα πουν κάτι άλλο και σίγουρα το έχετε ζήσει και έχει πολύ πλάκα γιατί στην πραγματικότητα είναι η καθαρή αλήθεια χωρίς καμία ερμηνεία, χωρίς κανέναν ενδοιασμό και λες «Παναγία μου». Γι’ αυτό λέμε ότι η αλήθεια βγαίνει από τα παιδιά και τους τρελούς, γιατί βέβαια δεν έχουν κανένα κοινωνικό όριο. Τώρα λοιπόν θέλω να φανταστείτε, μ’ άρεσε μια ατάκα από έναν σεναριογράφο που τον είχαν κατηγορήσει σε ένα έργο ότι είχε διαπράξει ένα έγκλημα. Και κοιτάξτε τι απαντάει που μ’ άρεσε πάρα πολύ. «Εγώ είμαι σεναριογράφος, δηλαδή δειλός. Εγώ γράφω για αυτά που θα κάνουν οι άλλοι. Και νομίζετε ότι μπορώ να διαπράξω και έγκλημα; Εγώ δεν μπορώ καν να το φανταστώ, όχι να το κάνω κιόλας. Άμα θέλετε να πάρετε έναν σκηνοθέτη, να πάρετε έναν ηθοποιό, αλλά όχι σεναριογράφο». Και μ’ άρεσε τόσο πολύ γιατί ουσιαστικά ο σεναριογράφος είναι αυτός που γράφει όλο το θέμα. Αυτός βέβαια ήταν σεναριογράφος κινηματογράφου που είναι λίγο διαφορετικό το πλαίσιο. Έναν σεναριογράφο στο θέατρο δεν τον λέμε σεναριογράφο, γιατί γράφει θέατρο. Τον λέμε λοιπόν σε άλλους τομείς, όπως είναι στον κινηματογράφο. Στην πραγματικότητα, όταν γράφουμε θέατρο, δεν προσπαθούμε να μιλήσουμε μ’ έναν τρόπο διαφορετικό για τη ζωή. Στην πραγματικότητα μιλάμε πιο βαθιά για τη ζωή που ζούμε. Κι είναι αυτό που μας ξαφνιάζει. Γιατί, άμα το σκεφτείτε ορθολογικά, όταν κοιτάζουμε ένα θεατρικό έργο, του Σοφοκλή, του Αισχύλου, όχι του Ευρυπίδη, του Σοφοκλή, τι γίνεται; Στην πραγματικότητα πρέπει να καταλάβετε ότι αυτά τα θεατρικά έργα ήταν στημένα για να πάρουν το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό. Άρα είχαν σαν στόχο καθαρά την κοινωνία εκείνης της εποχής. Έλα όμως που είναι διαχρονικά. Για να το καταλάβετε λίγο πιο θρησκευτικά. Φανταστείτε ότι τα Ευαγγέλια γράφτηκαν μόνο γι’ αυτούς που τα διάβαζαν εκείνη την εποχή. Και τελικά έμειναν 2.000 χρόνια. Το φαντάζεστε; Λες, καλό το σενάριο. Αλλά για να πούμε την αλήθεια, νομίζω ότι ο κύριος ηθοποιός ήταν αυτόφωτος, γι’ αυτό ήταν καλό το σενάριο. Αλλιώς θα είχαμε δυσκολίες. Άρα άμα το σκεφτούμε λίγο ορθολογικά, θα καταλάβουμε το εξής. Πολύ συχνά εμείς, κοινωνικά, όταν πάμε στο θέατρο, πάμε για να ξεσκάσουμε. Δεν πάμε για να σκάσουμε. Έλα όμως που πας να δεις μια τραγωδία. Χειρότερο! Ξέρεις και πώς τελειώνει. Γιατί σε μερικά λες ότι μπορεί και να σωθεί ο τύπος. Εδώ όχι, το ξέρεις. Αλλά πρέπει να καταλάβετε ότι η τραγωδία έχει ένα κομμάτι που είναι τεχνητό, είναι η κάθαρση. Στην πραγματικότητα σας δείχνει κάτι που είναι πολύ χειρότερο απ’ ό,τι ζείτε και μετά λέτε τι ωραία που είναι η ζωή. Αλλά μέσα σ’ αυτή την κάθαρση υπάρχουν πολλά στοιχεία που είναι σημαντικά. Εμείς στο θέατρο το βλέπουμε αυτό και κάθε φορά να ξέρετε, ειδικά στις συνεντεύξεις, όπως σας είπα, κάθε φορά αναρωτιέμαι αν ο δημοσιογράφος ξέρει τον ρόλο του. Γιατί απ’ ό,τι φαίνεται, μερικές φορές ξαφνιάζονται από τις ατάκες του άλλου, που αυτός ξέρει τον ρόλο του. Το πρόβλημα είναι ότι στο θέατρο δεν θέλουμε να δείξουμε μια παράλληλη ζωή, δεν θέλουμε να δείξουμε μία άλλη ζωή, όπως πιστεύουμε, για να ξεσκάσουμε. Το θέατρο θέλει να δείξει την ουσία της ζωής. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Δεν διαχωρίζω το θέατρο με τον κινηματογράφο με την έννοια που μπορεί να φανταστείτε τώρα. Εμένα μ’ αρέσει να σκέφτομαι, π.χ., ότι το έργο του Charlie Chaplin για τον δικτάτορα, έγινε την ώρα του πολέμου. Έγινε από αυτόν που έπαιζε τους δύο ρόλους και τον ρόλο του εβραίου, που ήταν στο κομμωτήριο ο κουρέας και βέβαια τον ρόλο του δικτάτορα, που ήταν το ανάλογο του Hitler. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό σίγουρα οι άνθρωποι πήγαιναν να το δουν για να ξεσκάσουν. Αυτό θα έλεγε κάποιος ή μάλλον κάποια. Στην πραγματικότητα δεν έγινε έτσι. Ο Charlie Chaplin το κάνει αυτό γιατί θέλει να αγωνιστεί. Και τελικά το καταλαβαίνει κι η Αμερική και να ξέρετε ότι εκείνη την εποχή οργανώθηκαν παραστάσεις που έβλεπαν αυτόν τον κινηματογράφο οι στρατιώτες. Και ξέρετε γιατί; Γιατί τελικά, μετά από τέτοιο θέαμα, έβλεπαν εντελώς διαφορετικά ακόμα και τον Hitler. Θα μου πείτε, μα δεν είναι τεχνητό; Εγώ τώρα θέλω να φανταστείτε ότι όταν ακούγατε τον Goebbels και μετά τον Hitler, ποιος από σας ήξερε ότι ήταν παράσταση; Γιατί όλα αυτά ήταν στημένα. Οι σημαίες, τα λάβαρα, ο αέρας, αυτό είναι όλο μια τεράστια σκηνοθεσία. Ενώ εμείς, εκείνη τη στιγμή, νομίζουμε ότι βλέπουμε την πραγματικότητα. Φανταστείτε τώρα έναν απλό φαντάρο αμερικανό που βλέπει αυτή την πραγματικότητα και λέει «Παναγία μου, αυτοί είναι πανίσχυροι. Είναι πάρα πολλοί. Θα πάμε στην Ευρώπη και θα μας διαλύσουν.» Και μετά βλέπουν το έργο του Charlie Chaplin. Τζάμπα όλη αυτή η δουλειά που έχει συλλάβει ο Goebbels. Όλη αυτή η ρητορική πέφτει πάνω στα βράχια μιας κωμωδίας. Τα μικρόφωνα που κατεβαίνουν έτσι σαν λιώνουν, αυτό φτάνει, δηλαδή αυτό είναι ήδη αστείο και το βλέπετε. Γιατί, ξέρετε, μερικές φορές για να καταλάβουμε αν κάποιος είναι πολύ σημαντικός, μετράμε τα μικρόφωνα που είναι μπροστά του. Εγώ το κάνω με τους ποδοσφαιριστές, γιατί μου αρέσει έτσι να περνάει η ώρα. Δεν έχω δει στο μπάσκετ να έχουν τόσα μικρόφωνα μπροστά τους, αλλά φαντάζομαι ότι είναι λόγω ύψους, πού να τους φτάσουν. Με τους ποδοσφαιριστές γίνεται και έχει πολύ πλάκα γιατί του κάνουν μία ερώτηση, η απάντηση έχει μερικές λέξεις και λες «πω, πω, τι σημαντικό!». Θα αλλάξει ομάδα. Και μετά βέβαια αυτό που περιμένουμε όλοι, είναι ο μισθός. Άμα το σκεφτείτε ορθολογικά, θα δείτε ότι πολύ συχνά στη ζωή μας παίζουμε θέατρο, ενώ λέμε ότι στο θέατρο δεν το έχουμε. Γιατί στην πραγματικότητα είμαστε της υποκρισίας, αλλά δεν είμαστε υποκριτές, δηλαδή δεν ξέρουμε από υποκριτική. Αλλά αυτό που ξέρουμε είναι η αλήθεια και την αλήθεια δεν θέλουμε να την πούμε. Τα ψέματα μία χαρά. Άρα εμείς ποτέ δεν το λέμε ότι λέμε ψέματα. Λέμε τον καθησύχασα. Αυτό ήθελε να ακούσει. «Τώρα Δάσκαλε να του πω και την αλήθεια; Να μην τον πληγώσω». Πω, πω η έννοια της πληγής, τι ωραία που είναι, πώς μας βολεύει… να μια δεξαμενή έλξης… η πληγή… λες όλα για την πληγή. Μετά αναρωτιέσαι όταν θα μάθει την αλήθεια επειδή δεν τον πλήγωσες, όταν θα πληγωθεί, θα είναι καλύτερα; Σίγουρα, σίγουρα, θα έχει προετοιμαστεί νοητικά από τόσο ψέμα. Άρα το βλέπετε αυτό, εγώ το βλέπω και στα νοσοκομεία, πώς μιλούν οι γιατροί.Ευτυχώς που σιγά-σιγά μπήκε η βιοηθική να τους μάθει να μιλούν. Γιατί άμα κοιτάζετε έναν γιατρό πώς μιλάει κατευθείαν λόγω ιατρικής, έχετε την εντύπωση ότι μιλάτε με νεκροθάφτη, αλλά ο νεκροθάφτης έχει κάτι καλό, έχει πεθάνει ήδη ο πελάτης.Και θα σας πω μάλλον κάτι το αστείο. Φαντάζομαι ότι έχετε πάει σε μερικά νεκροταφεία και εδώ υπάρχει ένα στήσιμο, το καταλαβαίνετε. Εγώ το βρίσκω ότι οι νεκροθάφτες είναι πολλοί καλοί, συμπάσχουν, μερικές φορές δακρύζουν κιόλας, είναι καλοί, είναι καλοί, γιατί βέβαια ο κύριος ηθοποιός έχει πεθάνει, αλλά το θέμα είναι πώς να πείσουν τους κομπάρσους ότι πέθανε και ότι ήταν άξιος. Καταλάβατε; Άμα βλέπατε λοιπόν τους νεκροθάφτες με έναν τέτοιο τρόπο θα λέγατε, είναι αλήθεια; Να σας το πω αλλιώς. Εγώ βρίσκω ότι το ύφος, θεατρικά μιλάμε τώρα, το ύφος που έχουν οι νεκροθάφτες στο νεκροταφείο, είναι πιο ανθρώπινο από το ύφος που έχουν οι γιατροί στο νοσοκομείο. Δεν έχει πλάκα; Ενώ υποτίθεται ότι ο άλλος ζει ακόμα εκεί πέρα. Αλλά το θέμα είναι να μην τον πληγώσουμε και να μην πληγώσουμε την οικογένεια. Ευτυχώς οι νεκροθάφτες δεν έχουν πια να τον πληγώσουν, γιατί τελείωσε το θέμα, το βλέπουμε. Αλλά ξέρετε κάτι; άμα το σκεφτείτε ψυχικά τώρα και όχι μόνο σωματικά, εγώ νομίζω ότι οι νεκροθάφτες κάνουν πολύ καλό στην ψυχή. Υπάρχουν μερικές χώρες, δεν λέω ονόματα για να μην στεναχωρηθείτε, ειδικά αυτοί που κάθονται σε γωνίες σε πλάνο. Υπάρχουν μερικές χώρες που περνάς πάρα πολύ καλά και μόλις πας στο αεροδρόμιο νιώθεις ότι σε διώχνουν γιατί έχουν τόσο τουρισμό που λες Παναγία μου, ας φύγω και εγώ. Πάνω-κάτω είναι αυτό που γίνεται στο νοσοκομείο. Όταν πας στο νοσοκομείο, νιώθεις ότι θες να φύγεις, μετά όμως επειδή πας στο νεκροταφείο, εκεί πέρα νιώθεις ότι θες να μείνεις, δεν βιάζεσαι πια και όταν βλέπεις ανθρώπους που είναι τόσο πολύ της συμπαράστασης, λες τελικά, καλό είναι. Σας τα λέω αυτά, σίγουρα σας έχω ξαφνιάσει, αλλά σας υπενθυμίζω ότι ο ίδιος ο Camus μέσα στους Δίκαιους λέει, είναι καλή η κρεμάλα γιατί δεν πεθαίνεις μόνος σου, γιατί νιώθεις ότι κάποιος είναι δίπλα σου, το λέει, το λέει. Όταν το λέει, εμάς μας ξαφνιάζει, αλλά στην πραγματικότητα φανταστείτε τι σημαίνει αυτό. Στην κρεμάλα σίγουρα έχετε κάποιον δίπλα και κάποιον που ξέρει καλά την παράσταση, αφού είναι επαγγελματίας. Όταν μετά είστε σπίτι σας και θα πεθάνετε μόνοι σας και θα σας ανακαλύψουν μετά από εβδομάδες, τυχαία, το προτιμάτε; Βέβαια το προτιμάτε γιατί λέτε «εντάξει, δεν πειράζει». Ψυχικά λες «καλά, δεν λείπω σε κανέναν;» Ενώ όταν είσαι στην κρεμάλα, σίγουρα θα λείψεις σε κάποιον άμα ξεφύγεις, γιατί αυτός που έχει την κρεμάλα, θέλει να σε κρεμάσει. Ενώ τελικά οι άλλοι που δεν έρχονται, σε κρέμασαν… Αφήνω ένα μικρό περιθώριο, όπως κάνουμε στο θέατρο για να καταλάβουν όλοι το χιούμορ, γιατί αλλιώς νομίζουν ότι σταμάτησα εκεί πέρα. Γιατί σας τα λέω αυτά. Εσείς τώρα είστε έτοιμοι να ζήσετε το θέατρο, έτσι δεν είναι; Το θέμα είναι, είστε έτοιμοι να ζήσετε τη ζωή; Γιατί μερικές φορές στο θέατρο, υπάρχουν μερικές ατάκες που μας στεναχωρούν και λες «Πω, πω, τι του είπε τώρα και τώρα πώς θα απαντήσει;» και επειδή ο σκηνοθέτης είναι και έξυπνος, αυτό δεν μας βολεύει βέβαια, μας κάνει και μια μικρή παύση για να προλάβει το κοινό να αφομοιώσει την ατάκα. Όχι να τα κάνει μπαμ, μπαμ, μπαμ. Όταν σας αρέσουν οι ταινίες που έχουν πολλή δράση ή περιπέτεια, δεν έχετε πολύ φιλοσοφικό επίπεδο που σας ενοχλεί στη ζωή σας. Αλλιώς είναι ότι είστε ικανοί να δείτε κάτω από τον Superman ή από τον Rambo τι υπάρχει σαν υπόβαθρο. Αλλά όταν δεν είστε, είστε μόνο πάνω. Έχει ενδιαφέρον να κοιτάζετε τα έργα με τον Bruce Lee, το υπόβαθρο είναι πιο πλούσιο από ό,τι πιστεύετε. Αυτό που θέλω να σας πω σε αυτήν την εισαγωγή, είναι ότι το θέατρο δεν είναι άλλη ζωή, το θέατρο είναι η ζωή. Το πρόβλημα είναι ότι η ζωή είναι ένα θέατρο. Άρα φανταστείτε την κακή επιλογή, δηλαδή έχουμε πολλούς ηθοποιούς που λένε ότι είναι άνθρωποι κι ότι ζουν σε μια κοινωνία και παίζουν μια παράσταση, ενώ δεν υπάρχει σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Λες κρίμα, γιατί θεωρούν ότι αυτός ο αυτοσχεδιασμός είναι η αλήθεια. Στην πραγματικότητα είναι απλώς αυτοσχεδιασμός και θα λέγαμε απλώς ότι είναι κακό θέατρο. Στο θέατρο λέμε ότι όλα αυτά που λέμε είναι πλαστά, είναι στημένα, είναι ατάκες, είναι διάλογοι, μονόλογοι. Θυμάστε αυτούς τους διαλόγους που βέβαια σε κάποια φάση ο ηθοποιός μιλάει στο κοινό. Και όταν μιλάει στο κοινό, δήθεν δεν ακούει ο άλλος, ενώ είναι δίπλα του. Το κοινό είναι μακριά, αυτός είναι δίπλα του, αλλά δεν ακούει. Μας αρέσουν αυτά, γιατί είναι τεχνάσματα που είναι ορατά, δεν κρυβόμαστε. Μην ξεχνάτε ότι στο αρχαίο θέατρο δεν υπήρχε κουρτίνα. Όλα ήταν μπροστά. Μιλούσαμε, βέβαια, για τα εγκλήματα, αλλά όχι μπροστά, μιλούσαμε μπροστά, αλλά για κάτι που δεν φαινόταν, δεν ήταν χυδαίο να το δείξουμε. Τώρα επειδή δεν έχουμε τίποτα να πούμε, μερικές φορές δείχνουμε το έγκλημα για να φανεί ότι είπαμε και κάτι. Άρα στην πραγματικότητα η κοινωνία διαπράττει ένα έγκλημα, θεωρεί ότι παίζει ζωή, ενώ είναι κακό θέατρο. Και το θέατρο καταφέρνει έναν άθλο: ενώ φαίνεται να είναι ψεύτικο, παίζει με τη ζωή.