90657 - Αναθεώρηση και Αναδίπλωση

Ν. Λυγερός

Τίποτα δεν ήταν σίγουρο. Όλα ήταν ρευστά. Απλώς οι περισσότεροι δεν το ήξεραν κι όσοι το ήξεραν, δεν το πίστευαν. Ξεπερνούσε τα όρια της φαντασίας τους, επειδή δεν είχαν ποτέ αναθεωρήσει την καθημερινότητά τους. Θεωρούσαν ότι ήταν δεδομένη κι ότι τίποτα δεν μπορούσε ν’ αλλάξει. Ήταν όμως μόνο μια συνήθεια και τίποτα άλλο. Έλεγαν ότι ήταν ριζοσπαστικοί, αλλά δεν ήταν επαναστάτες και δεν είχαν προβλέψει την αλλαγή του κύκλου, διότι ποτέ δεν είχαν δώσει σημασία στα σημάδια που τον προανήγγειλαν. Έλεγαν ότι πίστευαν, αλλά δεν ήταν πιστοί. Είχαν σταματήσει στο επίπεδο το προδρομικό, χωρίς να μπορούν να δουν ούτε το φως ούτε την ουσία. Ζούσαν μέσα στη νύχτα κι είχαν βολευτεί μέσα στο κρεβάτι τους. Είχαν ξεχάσει ακόμα και την έννοια της ημέρας. Ήταν σαν να επιβίωναν σ’ έναν σκανδιναβικό χειμώνα, μια πολύμηνη ημέρα. Έτσι, όταν ήρθε το φως λίγο πριν την ουσία, δεν ήταν προετοιμασμένοι ούτε για την αναθεώρηση ούτε για την αναδίπλωση. Λειτουργούσαν στην εκκλησία σαν να ήταν μοναστήρι, ενώ έβλεπαν το μοναστήρι σαν μια φυλακή της αιωνιότητας. Δεν υπήρχε άλλη εξήγηση. Η συνείδησή τους είχε βουλιάξει μέσα στην καθημερινότητα. Κάθε ημέρα ήταν η ίδια. Έπαιζαν την αλλαγή κορώνα γράμματα χωρίς να κάνουν κάποια κίνηση που θα είχε τη δυνατότητα να μεταμορφωθεί σε πράξη. Δεν είχαν ζήσει ποτέ την πραγματική ελευθερία και δεν έβλεπαν το όφελος της απελευθέρωσης. Η συνήθεια σκότωνε τη σκέψη και δεν ήξεραν ότι συμμετείχαν σε αυτό το έγκλημα. Για όλους αυτούς τους λόγους δεν μπορούσαν να ανεχτούν ούτε την ύπαρξη της πηγαίας αγάπης. Δεν θα ανακάλυπταν την πηγή, ακόμα κι αν ήταν δίπλα τους, ακόμα κι αν ήταν ανάμεσά τους. Και γι’ αυτό δεν μπορούσαν να συμμετέχουν σε αποστολές. Είχαν την εντύπωση ότι δεν θα άλλαζαν τίποτα κι είχαν απόλυτο δίκαιο για τον εαυτό τους. Για να μην προβληματιστούν, δεν έδιναν σημασία σε τίποτα. Κι όταν άλλαξαν τα πάντα λόγω πίστης, παρέμεναν στο ίδιο πλαίσιο, στο ίδιο επίπεδο, στο ίδιο σημείο. Το τραίνο δεν σταμάτησε μπροστά τους, δεν υπήρχε σταθμός, δεν είχαν προβλέψει την ανάγκη του. Κι όταν πέρασε μπροστά τους, άκουσαν μόνο τον θόρυβο, δεν πρόλαβαν να δουν ούτε την ουσία ούτε το φως.