7092 - O θρύλος του ερυθρού ξίφους
Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Σάνη Καπράγκου
Κανείς δεν γνώριζε την ύπαρξή του. Είχε χαθεί σ’ ένα γενεαλογικό δέντρο δίχως τέλος, που έφτανε ως τις σταυροφορίες. Όλος ο κόσμος νόμιζε πως οι απόγονοι της οικογένειας τούτης είχαν κατακερματιστεί, όπως τα τελευταία κλωνάρια μιας διακλάδωσης που δεν είχε πλέον τόπο να υπάρχει. Ήταν λάθος, βέβαια, μόνον που ποιος μπορούσε να τολμήσει να αμφισβητεί τη γνωστή σε όλους τούτη αλήθεια. Μόνον ο χρόνος και η ανθρωπότητα κατείχαν τη γνώση. Και ο θρύλος του ερυθρού ξίφους έπεσε σιγά-σιγά στη λήθη, σαν να ήταν καταδικασμένος από την κυρίαρχη εξουσία. Ωστόσο, η κατάργηση των προνομίων δεν ήταν παρά μόνον μία παγίδα. Είχε χρησιμοποιηθεί από την αστική κοινωνία για να θεσπίσει μια ιεραρχία νέα που χλεύαζε εξ αιτίας της αυταρέσκειάς της, με αντιλήψεις όπως η τιμή και η ευγένεια. Και δεν υπήρχε κανένα μέσο διαφυγής από την ισοπέδωση αυτή. Πώς θα μπορούσε να επιβιώσει από τούτη τη διαγραφή της μνήμης δίχως την παρουσία του σκακιού; Για όλον τον κόσμο επρόκειτο μόνο για ένα απλό παιγνίδι ανάμεσα σε τόσα άλλα, μα για τον μικρό ήταν η μυστική του ιστορία. Είχε πάντοτε μιαν έλξη ανεξήγητη για τούτα τα γλυπτά από ξύλο. Παίζοντας μαζί τους, βρισκόταν μέσα στην αλήθεια, έτσι που όλα τ’ άλλα έμοιαζαν ένα κακής ποιότητας όνειρο. Από την αρχή, είχε παρατηρήσει πως η ορολογία και οι εκφράσεις όπως ζαντούμπ, αν πασσάν, τις οποίες κανείς δεν πρόσεχε εν παρόδω ενώ εκείνος τις γνώριζε, του έφερναν στο νου αναμνήσεις που ποτέ δεν είχε ζήσει, τουλάχιστον ως άτομο της εποχής του. Το παράξενο αυτό φαινόμενο τον είχε σημαδέψει από την πιο μικρή του ηλικία. Ανίκανος να το εξηγήσει, οι άπειρες αντιστάσεις του μικρού τού είχαν επιτρέψει όχι να το αντιμετωπίσει, μα να το κυκλώσει όπως ένας ζωγράφος που οριοθετεί, με μια γραμμή μαύρη, το περίγραμμα της χρωματικής μάζας. Κι έπειτα, συνειδητοποίησε αργότερα πως ποτέ δεν είχε παίξει. Τα εξήντα τέσσερα αυτά λευκά και μαύρα τετράγωνα δεν ήταν για κείνον παρά μόνον ένας τόπος διαλογισμού, ένας τρόπος ν’ αγγίξει τη συνεισφορά των παλαιών χάρη στην τέλεια γνώση των κανόνων. Γι’ αυτό και δίχως αμφιβολία ενδιαφερόταν τόσο για τη μελέτη, που δεν είχε προφανώς κανέναν άλλον σκοπό από κείνον του στοχασμού. Απεναντίας στα ανοίγματα δεν παρέλειπε ποτέ να παρατηρεί τον τρόπο με τον οποίο έπρατταν οι παλαιοί. Και με την κατανόηση των κινήσεων τους εμβάθυνε στις γνώσεις τους πάνω στο πεδίο της τακτικής. Όφειλε να είναι ικανός να οδηγήσει τους άνδρες του, δίχως ωστόσο να συνειδητοποιεί την ανάγκη αυτή. Είχε γεννηθεί με κείνη. Γι’ αυτό και ήταν ευαίσθητος στη γαλλική σχολή κατά την περίοδο αυτή του πολέμου, μέσα σε τούτο το περιορισμένο σύμπαν τής ιπποσύνης. Έδινε την εντύπωση ότι ανήκει σε μιαν άλλην εποχή ως εάν η παρουσία του οφείλετο σ’ ένα λάθος κατά την καταμέτρηση των αιώνων. Αν και αυτό δεν ήταν το θέμα, το συναίσθημα τούτο δεν μπορούσε να εξαφανιστεί από τα πρόσωπα που τον κοίταζαν δίχως να τον βλέπουν. Πρέπει να πούμε πως αγαπούσε τα αρχαία γλυπτά διότι διέκρινε σ’ αυτή την αληθινή γλυπτική όλη την πανοπλία των ιπποτών. Επί πλέον, εδώ και καιρό οι θωρακίσεις και τα όπλα δεν ενείχαν κανένα μυστικό για κείνον. Ήταν ένας άλλος τρόπος να ενεργεί στην αρχαιολογία των αναμνήσεων που δεν υπήρχαν. Τα ξύλινα πιόνια έμοιαζαν με μικρογραφίες ή μάλλον με γράμματα σχεδιασμένα σε επιγραφή τόσο ασυνήθιστα που δεν ήταν δυνατό να μην τ’ αγγίζει με όλη τη δύναμη της καρδιάς του. Έτσι η οικοσημολογία για κείνον δεν ήταν ούτε επιστήμη, ούτε και τέχνη, όπως για τους περισσότερους μελετητές, μα πολύ απλά η κωδικοποιημένη μετεγγραφή της προηγούμενης ζωής του, εκείνης που δεν γνώριζε από τις αφηγήσεις για το παρελθόν, μα από τις ανακαλύψεις μέσα στη μνήμη του τού μέλλοντος. Ήταν το ίδιο για τον θρύλο του ερυθρού ξίφους. Αν δεν τον γνώριζε ήταν για έναν και μόνο λόγο. Δεν μπορούσε να υφίσταται χωρίς εκείνον, μα εκείνος δεν μπορούσε να τον δει παρά μόνον μέσα στον καθρέφτη, όπως ένας άνθρωπος που δίχως καθρέφτη δεν μπορεί να αντιληφθεί το ίδιο του το πρόσωπο. Διότι ο θρύλος του ερυθρού ξίφους ήταν η ιστορία της ζωής του στο μέλλον.