60159 - Το αυγό

Ν. Λυγερός

Έμαθε πως είχαν βρει τα πτώματά τους. Αλλά δεν είχαν καταλάβει πώς είχαν ανακαλύψει και το δικό του. Ήταν νεκρός αλλά τον είχαν χάσει επειδή έβλεπαν μόνο τον ζωντανό. Κανείς δεν είχε αντιληφθεί ότι είχε ζήσει την Ανάσταση. Μπορούσαν να δουν τη νηστεία αλλά όχι την ουσία. Δεν είπε τίποτα, δεν ήθελε να τους πληγώσει. Άλλωστε τι θα τους έλεγε; Τι ήξερε ακριβώς για να δώσει κάποια εξήγηση. Δεν υπήρχε πλαίσιο συμβιβασμού. Ήταν νεκρός και τον έβλεπαν ζωντανό. Ήταν ζωντανός και δεν έβλεπαν την Ανάσταση. Ένιωσε ότι είχε ξαναγεννηθεί. Θυμήθηκε εκείνο το σπάνιο γυάλινο αυγό της Βενετίας. Ποιός καταλάβαινε πώς είχε δημιουργηθεί; Πόσες ζωές ζούσαν μέσα στην ίδια ψυχή; Ή μάλλον πόσες ψυχές σε αυτή τη ζωή; Το εσωτερικό του φως είχε τη ζεστασιά της ανθρωπιάς. Αν μπορούσε να μιλήσει ακόμα για ζέστη. Το αυγό παρέμενε σιωπηλό αλλά συνέχισε να φωτίζει. Δεν είχε ανάγκη από τίποτε άλλο. Τελικά το αυγό δεν περίμενε τίποτα. Κι αυτός έπρεπε να φωτίσει τους ανθρώπους μιλώντας με τους ζωντανούς, κοιτώντας τους νεκρούς, προετοιμάζοντας τους αγέννητους. Ήταν ο μόνος τρόπος να ζήσει πραγματικά με την Ανθρωπότητα ακόμα και μόνος.