67041 - Ο πίνακας

Ν. Λυγερός

Πρώτη φορά αντίκρισε τέτοιο πίνακα. Είχε δίκιο η φίλη της, ήταν ολοζώντανος. Της έδειξε αμέσως πού είχε αφήσει το αποτύπωμά της και την κοίταξε στα μάτια. Ήταν γουρλωμένα. Δεν πίστευε ότι είχε τολμήσει να κάνει αυτή την κίνηση που είχε μεταμορφωθεί σε πράξη. Η ίδια δάγκωσε τα χείλη, αλλά δεν φάνηκε να έχει κάποια τύψη ή κάποια ενοχή. Ήταν απελευθερωμένη και δεν την εγκλώβιζαν τα κοινωνικά εμπόδια. Είχε βάλει το χέρι της μέσα στο δάσος της άνοιξης και το βρεγμένο δάκτυλό της είχε το άρωμα της ουσίας. Έτσι για να δείξει στη φίλη ότι δεν είχε ενδοιασμούς, την έβαλε να το μυρίσει. Και η άλλη, παρόλο που δεν ήταν τόσο τολμηρή, θέλησε να δοκιμάσει τη γεύση που της έσπαζε τη μύτη. Όταν έγινε, άλλαξε το πρόσωπό της. Την είχε αγγίξει το πάθος του ζωγράφου και κατάλαβε επιτέλους τη μεταμόρφωση της φίλης. Το άγγιγμα είχε μία θεατρικότητα που δεν είχε υποπτευθεί. Τώρα η ίδια ήθελε να βουτήξει σε αυτή τη χρωματική μάζα. Οι πινελιές ήταν πλούσιες και γεμάτες ουσία. Δεν υπήρχε κανένας συμβιβασμός λες και είχε ζωγραφίσει με το είναι του. Έτσι έγιναν τα κομμάτια του έργου του.