67075 - Η αγκαλιά

Ν. Λυγερός

Είχαν καιρό να βρεθούν και κατά κάποιο τρόπο της είχε λείψει… Δεν ήξερε πώς να το πει αλλιώς. Άλλωστε με εκείνον, κάθε φορά, το λεξιλόγιο άλλαζε. Αποκτούσε νέα έννοια, πιο βαθιά. Κι αν δεν υπήρχε η λέξη, δεν είχε κανένα πρόβλημα να την πλάσει. Είχε προσέξει ότι οι νεολογισμοί ήταν φυσιολογικοί για αυτόν. Δεν περιοριζόταν από τη γλώσσα, την έπλαθε με τη σκέψη του για να ζήσει την υπέρβαση και η ίδια η πραγματικότητα. Έτσι, όταν βρέθηκαν σε μια άλλη πόλη, δεν μπόρεσε να κρατηθεί.  Ένιωσε μέσα της μια παράξενη έλξη. Και αντί απλώς να τον χαιρετίσει, όπως συνηθιζόταν, πήδηξε και δεν έπεσε στην αγκαλιά του και όταν αυτός την αγκάλιασε, τυλίχτηκε πάνω σαν να ήταν κισσός σε βελανιδιά. Δεν είχε προβλέψει τη συμπεριφορά της. Την είχε κάνει αυθόρμητα. Κι εκείνος το κατάλαβε. Της χαμογέλασε γλυκά, γιατί ένιωθε την αγάπη του δεσμού που ξεχείλιζε. Δεν υπήρχε πια κανένα εμπόδιο, έτσι το σώμα είχε απελευθερωθεί κι έτσι φάνηκε το ολοζώντανο κράμα που είχε γίνει κομμάτι του έργου της Ανθρωπότητας.