Σπάνιοι ήταν αυτοί που ήξεραν για το γέλιο
με την έννοια της βαθύτητας
ενώ ήταν και ανθρώπινο και ιερό.
Το χαμόγελο ήταν μία προετοιμασία
που δεν απαιτούσε τη διαστολή του χρόνου.
Αλλά το γέλιο μετά την ολοκλήρωση
οδηγούσε πιο βαθιά
και προκαλούσε μία γαλήνη.
Στην αρχή δεν ήξεραν
αν γελούσε
γιατί τον είχαν δει μόνο
σε δύσκολες αποστολές.
Μετά κατάλαβαν πόσο ανθρώπινο ήταν
κι όχι λόγω του Αριστοτέλη
ή του Βούδα ή του Θεού.
Άλλωστε μία θρησκεία που απαγόρευε το γέλιο
δεν μπορούσε να είναι πίστη.
Αυτό το ζούσαν.
Έτσι όταν τον είδαν να γελά με όλη την ψυχή του,
γέλασαν κι αυτές.
Η πολυκυκλικότητα είχε βάλει
όλα τα πράγματα στη θέση τους,
η βαρβαρότητα είχε χάσει.
Και γι’ αυτό γέλασε ο ιππότης.
Και το γέλιο του ήταν μεταδοτικό.