Όλα όσα είχαν διαβάσει πριν
ποτέ δεν μιλούσαν για τις ψυχές
με αυτόν τον τρόπο.
Όσο για τα σπίτια
μιλούσαν για στοιχειωμένα.
Με άλλα λόγια
μιλούσαν με φόβο.
Άλλοι μιλούσαν για τις χαμένες ψυχές
αλλά ποτέ για τις ζωντανές
λες κι η ζωή είχε προτεραιότητα
πάνω στην ψυχή
λες κι η ψυχή ήταν αμελητέα.
Ενώ με τον ιππότη ένιωθαν
ότι η ψυχή
ήταν προστιθέμενη ζωή
σαν την προστιθέμενη πραγματικότητα.
Δεν μιλούσε στη ζωή τους
αλλά στις ίδιες τις ψυχές.
Κι η παρουσία τους
ήταν παρά της ουσίας.
Δεν κοίταζε το ορατό ή το αόρατο
αλλά το ψυχικό
γιατί αυτό ήταν το ουσιαστικό.
Η βαθιά αγάπη ήταν ψυχικό
και τίποτα λιγότερο.
Δεν ήταν απλός έρωτας
ή απλή αγάπη
αλλά κράμα ψυχών
διότι κι αυτές
τον υποστήριζαν με κάθε τρόπο
ακόμα κι αν ήταν ντροπαλές.
Έτσι ένιωθε ο ιππότης
την υποστήριξη της δημιουργίας του μέλλοντος
χάρη στις ψυχές του.