Περπατούσε μόνος στους δρόμους
μιας παλιάς πόλης.
Ήταν δύσκολο να προσδιοριστεί
σε ποια εποχή βρισκόταν.
Δεν υπήρχε ψυχή.
Η κοινωνία είχε γεμίσει τους χώρους
και φαινόταν ακόμα περισσότερο το κενό της.
Όσοι πίστευαν ότι ήταν αθάνατοι
είχαν ήδη πεθάνει
μέσα στη λήθη
χωρίς να αφήσουν κανένα ίχνος.
Εξέταζε τις πέτρες των κτιρίων
που θα είχαν εξαφανιστεί
αν δεν είχε υπάρξει
η περίφημη παρέμβαση.
Κανείς πια δεν το θυμόταν.
Όπως κανείς δεν θυμόταν
ποιος είχε αποκεφαλίσει
τα αγάλματα των Αγίων.
Αλλά ο ιππότης δεν είχε ξεχάσει τίποτα.
Δεν ήταν μόνο θέμα θέλησης
έπρεπε να υπάρχει κι αποτελεσματικότητα
για να ζήσει η συνέχεια
κι αυτός συνέχιζε
παρόλο που δεν υπήρχε κανένας
να καταγράψει
τι έκανε εκείνη
την εποχή
γιατί δεν είχε γίνει ακόμα η συνάντηση
και δεν είχε γεννηθεί το τέρας.
Αλλά οι αποστολές υπήρχαν ήδη
εδώ κι αιώνες
αλλά ποιος να τις πιστέψει
εκτός από την εραλδική.