4837 - Ιβάν Πιντκόβα

Ταράς Σεβτσένκο
Μετάφραση από τα ουκρανικά: Ν. Λυγερός, Γ. Μασλιούκ-Κάκκου

I

Κάποτε στην Ουκρανία
τ’ άρματα βροντούσαν,
κάποτε οι Zαπορόζτσοι (2)
βασίλευαν ωραία.
Βασίλευαν, αποκτούσαν
δόξα, λευτεριά.
Τώρα μόνο
τάφοι στον κάμπο.
Ψηλοί τάφοι,
όπου ξάπλωσε να ξεκουραστεί
το κοζάκικο λευκό σώμα
στο σάβανο τυλιγμένο.
Ψηλοί τάφοι
μαύροι και άραχνοι σαν τα βουνά,
στον κάμπο, κρυφά,
με τους ανέμους συζητούν
για τη λευτεριά.
Ο μάρτυρας της δόξας των παππούδων
με τον άνεμο μιλά,
κι ο εγγονός του βάζει την τσουγκράνα στη δροσιά
και μαζί του τραγουδά.

Κάποτε – στην Ουκρανία
χόρευε δυστυχία,
κι η θλίψη στο κουτούκι τη γορίλκα (3) – μέλι
έφερνε με τη κουτάλα γύρω-γύρω.

Είχε κάποτε καλή ζωή
εκεί στην Ουκρανία…
Ας τη θυμηθούμε! Ίσως η καρδιά
ξεκουραστεί λιγάκι.

 

ΙΙ

Μαύρο σύννεφο στο Λιμάνι (4)
τον ουρανό, τον ήλιο σκιάζει,
η μπλε θάλασσα, σα θηρίο,
μια μουγκρίζει, μια στενάζει,
του Δνείπερου η εκβολή πλημμύρισε.

«Ελάτε, παιδιά,
στα σκάφη! Η θάλασσα παίζει –
Πάμε βόλτα!»

Όρμισαν οι Ζαπορόζτσοι –
Το Λιμάνι με σκάφη γέμισε.
«Παίξε, θάλασσα!» – τραγουδούσαν –
Τα κύματα άφρισαν.
Γύρω-γύρω κύματα σαν βουνά:
Ούτε ουρανός, ούτε γη φαίνεται.
Αναστενάζει η καρδιά και οι Κοζάκοι,
μόνο αυτό αναζητούν.
Κωπηλατούν και τραγουδούν,
ο γλάρος συνοδεύει…
Και μπροστά ο αρχηγός
ξέρει που οδεύει.
Περπατά στο σκάφος,
το τσιμπούκι σβήνει.
Κοιτάει γύρω μαντεύοντας –
Πού θα γίνει η δουλειά;
Στρίβει το μαύρο μουστάκι,
τσουπρίνα (5) μαζεύει,
σήκωσε το καπέλο – σταμάτησαν οι βάρκες.

«Ας πεθάνουν οι εχθροί!
Στη Σινώπη δε θα πάμε,
Παλληκάρια,
μα την Κωνσταντινούπολη, το Σουλτάνο,
θα επισκεφτούμε!»
«Καλώς, αρχηγέ!» –
κραύγασαν γύρω.
«Σας ευχαριστώ!» –
Έβαλε το καπέλο.
Ξαναβράζει πάλι
η μπλε θάλασσα. Στο σκάφος
πάλι περπατούσε
ο αρχηγός, και το κύμα
σιωπηλά κοιτούσε.

1839, Αγία Πετρούπολη

(1) Πιντκόβα – πέταλο.
Ιβάν Πιντκόβα (? – 1578) – Αρχηγός των Κοζάκων του ΧVI αιώνα, ο οποίος παρουσιάστηκε ως αδελφός του Μολδαβού βασιλιά Ιβάν του Τρομερού, τον οποίον σκότωσαν οι Τούρκοι κατακτητές. Μολδαβικής καταγωγής, πριν το 1577 ήταν ο Κοζάκος του Ζαπορίζιε και από το 1577 έως το 1578 ήταν ο Κυβερνήτης της Μολδαβίας. Ένας από τους αρχηγούς του απελευθερωτικού αγώνα του λαού της Μολδαβίας εναντίον των Τούρκων και των Τατάρων κατακτητών. Για τη συμμετοχή του στις ναυμαχίες, μαρτυρίες δεν υπάρχουν. Εκτελέστηκε με εντολή της πολωνικής κυβέρνησης στο Λβιβ της Ουκρανίας το 1578.
(2) Ζαπορόζτσοι – οι Ουκρανοί Κοζάκοι που κατοικούσαν στην πόλη Ζαπορίζιε το XVI-XVIII αιώνα.
(3) Γορίλκα – οινοπνευματώδες ποτό τύπου βότκα.
(4) Λιμάνι – κάποιο λιμάνι της Τουρκίας.
(5) Τσουπρίνα – μακριά χαρακτηριστική τούφα μαλλιών στο ξυρισμένο κεφάλι που έπεφτε στο μέτωπο ή πίσω από το αυτί και ξεχώριζε τους Κοζάκους.

 

ІВАН ПІДКОВА (1)

Тарас Шевченко

I

Було колись — в Україні
Ревіли гармати;
Було колись — запорожці
Вміли панувати.
Панували, добували
І славу, і волю;
Минулося — осталися
Могили на полі.
Високії ті могили,
Де лягло спочити
Козацькеє біле тіло,
В китайку повите.
Високії ті могили
Чорніють, як гори,
Та про волю нишком в полі
З вітрами говорять.
Свідок слави дідівщини
З вітром розмовляє,
А внук косу несе в росу,
За ними співає.

Було колись — в Україні
Лихо танцювало,
Журба в шинку мед-горілку
Поставцем кружала.
Було колись добре жити
На тій Україні…
А згадаймо! може, серце
Хоч трохи спочине.

ΙΙ

Чорна хмара з-за Лиману
Небо, сонце криє,
Сине море звірюкою
То стогне, то виє,
Дніпра гирло затопило.
«Ануте, хлоп’ята,
На байдаки! Море грає —
Ходім погуляти!»

Висипали запорожці —
Лиман човни вкрили.
«Грай же, море!» — заспівали,-
Запінились хвилі.
Кругом хвилі, якті гори:
Ні землі, ні неба.
Серце мліє, а козакам
Того тілько й треба.
Пливуть собі та співають;
Рибалка літає….
А попереду отаман
Веде, куди знає.
Походжає вздовж байдака,
Гасне люлька в роті;
Поглядає сюди-туди —
Де-де буть роботі?
Закрутивши чорні уси,
За ухо чуприну,
Підняв шапку — човни стали.
«Нехай ворог гине!
Не в Синопу (2), отамани,
Панове-молодці,
А у Царград (3), до султана,
Поїдемо в гості!»
«Добре, батьку отамане!» —
Кругом заревіло.
«Спасибі вам!» —
Надів шапку.
Знову закипіло.
Синє море; вздовж байдака
Знову походжає
Пан отаман та на хвилю
Мовчки поглядає.

1839, С. Петербург

(1) Іван Підкова (?—1578) — за походженням молдаванин, до 1577 р. був запорозьким козаком, а потім (1577—1578) молдавським господарем; один з керівників визвольної боротьби молдавського народу проти турецьких і татарських загарбників. Про його участь у морських походах відомостей немає. Господар — титул правителів Волощини і Молдавії у XIV—XIX ст.
(2) Синоп — портове містечко в Туреччині на Чорному морі.
(3) Царград — Царгород, давня слов’янська назва Константинополя (Стамбула), столиці Туреччини.