4844 - Στην ξενιτιά, δε ζεσταίνει ο ήλιος

Ταράς Σεβτσένκο
Μετάφραση από τα ουκρανικά: Ν. Λυγερός, Γ. Μασλιούκ-Κάκκου

Στην ξενιτιά, δε ζεσταίνει ο ήλιος,
ενώ στο σπίτι έκαιγε.
Δεν ήμουν χαρούμενος
ούτε στη δοξασμένη Ουκρανία.
Κανείς δε μ’ αγαπούσε, με χαιρετούσε,
κι εγώ δεν πλησίαζα κανέναν.
Περιπλανιόμουν, στο Θεό προσευχόμουν,
και τους απάνθρωπους αφέντες καταριόμουν.
Θυμόμουν τα πικρά χρόνια,
τις άσχημες περασμένες εποχές,
όταν κρεμάσανε το Χριστό.
Μα και τώρα θα πέθαινε ο γιος της Μαρίας!
Πουθενά δεν είμαι χαρούμενος,
και, μάλλον, χαρά δε θα δω
ούτε στην Ουκρανία, καλοί μου άνθρωποι.
Οπότε, τελικά στην ξενιτιά,
θα ήθελα…
να μη μου φτιάχνουν Μοσκαλοί (1)
φέρετρο με ξένο ξύλο.
Ή τουλάχιστον μια χούφτα γης
του ιερού μου Δνείπερου
να μου φέρουν οι ιεροί άνεμοι.
Τίποτ’ άλλο. Αυτά, άνθρωποί μου,
θα ήθελα… Αλλά γιατί να τα σκέφτομαι…
Γιατί να ενοχλήσω το Θεό,
αφού δε θα γίνει το δικό μας.

1847, Το φρούριο του Ορσκ

(1) Μοσκαλοί – οι Ρώσοι στρατιώτες

Не гріє сонце на чужині

Тарас Шевченко

Не гріє сонце на чужині,
А дома надто вже пекло.
Мені не весело було
Й на нашій славній Україні.
Ніхто любив мене, вітав,
І я хилився ні до кого,
Блукав собі, молився богу
Та люте панство проклинав.
І згадував літа лихії,
Погані, давнії літа,
Тоді повісили Христа,
Й тепер не втік би син Марії!
Ніде не весело мені
Та, мабуть, весело й не буде
І на Украйні, добрі люди;
Отже й таки на чужині.
Хотілося б… та й то для того,
Щоб не робили москалі
Труни із дерева чужого.
Або хоч крихітку землі
Із-зі Дніпра мого святого
Святії вітри принесли.
Та й більш нічого. Так-то люди,
Хотілося б… Та що й гадать…
Нащо вже й бога турбувать,
Коли по-нашому не буде.

1847, Орська кріпость