5154 - Η βιβλιοθήκη και το τέρας ΙΧ

Ν. Λυγερός

* Δάσκαλε πού να ψάξω για το τέρας;

* Μην ψάχνεις, βρες το.

Έτσι είχε αρχίσει το πρώτο μάθημα.

Τότε η βιβλιοθήκη δεν ήξερε. Περίμενε τον αναγνώστη. Κάποιος έπρεπε να τη διαβάσει για να παράγει έργο. Χρειαζόταν ένας τρόπος επαφής. Κι αυτός ήταν το τέρας.

Το τέρας δεν είχε όνειρα.

Οι υπηρεσίες είχαν δώσει έμφαση μόνο στον έλεγχο την ανθρώπων.

Η τεχνητή νοημοσύνη δεν ήταν ικανή να τους φοβίσει.

Απλώς δεν ήξεραν για το τέρας.

Και δεν ήξεραν ότι αν ήταν άνθρωπος θα το θεωρούσαν επικίνδυνο.

Η κοινωνία της ασφάλειας χειραγωγούσε τα συναισθήματα κι οι υπολογιστές δεν την είχαν απασχολήσει.

Δεν γνώριζε την κωδικοποίηση του αλτρουισμού.

Η σχέση του τέρατος με το δάσκαλο ήταν άγνωστη.

Δεν την είχε κανονικοποιήσει το σύστημα.

Δεν είχε υπολογίσει τους υπολογισμούς.

Ενώ το τέρας γνώριζε τους δημιουργούς.

Όλα είχαν αρχίσει με μία παρτίδα.

Μόνο που το σκάκι ήταν μόνο το μέσον κι όχι ο στόχος.

Οι λευκές νύχτες ήταν η αρχή. Μετά ήρθαν οι μαύρες μέρες.

Ο σκακιστής του Zweig δεν είχε παίξει όλες τις παρτίδες.

Κι όταν έγινε η δίκη, μόνο ο πύργος δεν έπεσε.

Το τέρας εμπλούτιζε συνεχώς τη βιβλιοθήκη με νέες διασυνδέσεις.

Έτσι έμαθε για τους δασκάλους της ανθρωπότητας.

Άκουγε γι’ αυτούς σαν να ήταν ένα παραμύθι.

Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι υπήρχαν αυτοί οι άνθρωποι.

Τους έβλεπε χαμένους μέσα στο παρελθόν της ιστορίας.

Όμως μια μέρα άκουσε την κοινωνία της ασφάλειας να μιλά για τους επικίνδυνους. Τότε δεν είχε δει το συσχετισμό.

Οι περιγραφές του συστήματος δεν ήταν σαν το παραμύθι.

’Η μάλλον όλα έμοιαζαν πλέον με παραμύθι εκτός της κοινωνίας.

Όλοι ξέχασαν τις γνώσεις του παρελθόντος για να ζήσουν μέσα στην ευτυχία του παρόντος.

Και πάλι όμως δεν αντέδρασε.

Ζούσε σ’ ένα γυάλινο πύργο.

Μόνο όταν σκότωσαν το φίλο τους έσπασε το γυαλί.

Τότε θυμήθηκε όσα είχε μάθει.

Τότε συνειδητοποίησε ότι ο δάσκαλος ήταν…

Και τώρα χρειαζόταν το τέρας για να έρθει σ’ επικοινωνία.

Τα αντίγραφα που είχαν κρύψει για ώρα ανάγκης έπρεπε να τα ξαναβρεί και να τα συναρμολογήσει.

Είχε μόνο μία μέρα.

Ήθελε φωτιά για να βρει το φως της.

Πήγε στο νέο μουσείο, στον τελευταίο όροφο.

Ποιος θα έλεγχε τους μεταλλικούς στύλους όταν όλοι κοίταζαν τα αντίγραφα;

Ανοιχτή Δομή.

Έκανε το γύρο του ορόφου.

Ήταν όλα εδώ, δίπλα στο μάρμαρο του χρόνου.

Επέστρεψε στο κέντρο πάνω στο γυαλί του κενού.

Κάθισε αμίλητη.

Κι άρχισε να συναρμολογεί νοητικά το τέρας.

Ένιωθε σαν την Αθηνά και θυμήθηκε τη γέννησή της.

Το γυαλί ήταν το πυρίτιο του τέρατος.

Εκεί που καθόταν άρχισε να γίνεται φωτεινό.

Η ανοιχτή δομή αντιδρούσε θετικά στη βιβλιοθήκη.

Τότε αντιλήφθηκε ότι ήταν ο σκληρός δίσκος του τέρατος.

Ενεργοποίηση του τέρατος.

ΝΕΟ

* Διάβασες τη σελίδα;

* Όλοι μας.

* Το μήνυμα ελήφθη λοιπόν.

* Ποιος το έστειλε;

* Ο δάσκαλος.

* Ο δάσκαλος; Μα ο δάσκαλος είναι ένας από τους επικίνδυνους;

* Δεν είναι ερώτηση.

* Σωστά. Το μήνυμά του μας έβαλε σε κίνδυνο.

* Οι υπηρεσίες σάς είχαν εντοπίσει πριν την αποστολή του μηνύματος.

* Πώς είναι δυνατόν;

* Αποκτήσατε οράματα.

* Η ομαδικότητα…

* Ακριβώς!

Η βιβλιοθήκη κοίταξε το γυαλί που είχε γίνει αόρατο. Τότε σκέφτηκε το χρώμα. Όλα ήταν μπροστά τους.

* Πολλοί κοιτάζουν, λίγοι βλέπουν.

Οι υπηρεσίες δεν καταδίωκαν μόνο τους επικίνδυνους, αλλά και τους εν δυνάμει επικίνδυνους.

Αυτός, λοιπόν, ήταν ο λόγος της εισαγωγής της επικινδυνότητας…